«Ελέησόν με, Κύριε, υιέ Δαβίδ»
Η περίπτωση της Χαναναίας γυναίκας,όπως αυθεντικά πηγάζει, από τη σχετική ευαγγελική περικοπή, δίνει αφορμές γιαπνευματικές αναβάσεις του ανθρώπου και για την καταξίωσή του ως «εικόνας τουΘεού». Μια δυστυχισμένη μάνα που έβλεπε τη θυγατέρα της να βασανίζεται από ταδαιμόνια που την είχαν κυριεύσει, βίωνε την τραγικότητα στην πιο απεχθή τηςμορφή. Ο πόνος, η θλίψη, η οδύνη, ήταν τα κυρίαρχα στοιχεία που καθήλωναν αυτήτην τραγική μάνα σε μια εφιαλτική κατάσταση και την περιόριζαν να εισπράττειμόνο οίκτο από τους γύρω της.
Αυτή, λοιπόν, η γυναίκα, η οποία ήτανκαι ειδωλολάτρισσα, δεν παραδόθηκε στην απόγνωση και την απελπισία, όπως θα ανέμενείσως να την έβλεπε ο πολύς κόσμος. Η Χαναναία αποτόλμησε να «εξέλθει τωνορίων αυτής» για να ανταμώσει την πιο ζωντανή ελπίδα, τον Ίδιο τον Χριστό.Αναδεικνύεται η περίπτωσή της ως ένα ισχυρό παράδειγμα βαθειάς πίστης. Η αγάπητης προς Εκείνον, την οδήγησε να αναζητεί το έλεος του Θεού: «Ελέησόν με,Κύριε, υιέ Δαβίδ, η θυγάτηρ μου κακώς δαιμονίζεται». Η Χαναναία γυναίκα, ηειδωλολάτρισσα και αλλοεθνής στα μάτια των ανθρώπων, αναγνωρίζει τη Θεότητα τουΧριστού και ζητεί το μέγα έλεός Του. Πιστεύει ακράδαντα ότι μόνο Εκείνος μπορείνα ανοίξει στη ζωή της ελπιδοφόρες και σωτήριες διόδους. Για το πόσο σωτήριοείναι το έλεος του Χριστού στη ζωή μας, αδιάψευστη μαρτυρία δίνει και ο ιερόςΧρυσόστομος: «μη ζητήσετε τίποτε άλλο από τον Κύριο παρά μόνο το έλεός Του. Καιόταν ζητάτε το έλεος να έχετε στην καρδιά ταπεινοσύνη και αν είναι τρόπος ναφωνάζετε όλη την ημέρα και όλη τη νύχτα στο λογισμό σας το Κύριε Ιησού Χριστέ,ελέησόν με». Αντίθετα, μόνο όταν ο άνθρωπος υπερεκτιμά τις δικές του δυνάμειςκαι τις αναγάγει σε στήριγμα στη ζωή του, δεν αισθάνεται την ανάγκη να ζητεί τοέλεος του Θεού.
Κάποτε όμως η πίστη μπορεί ναδοκιμάζεται και μάλιστα σκληρά. Παρά τις κραυγές και τις ικεσίες της, ηΧαναναία δεν βρίσκει ανταπόκριση. Μάλιστα, οι μαθητές του Χριστούδυσανασχετούν. Ακολουθεί ένας συγκλονιστικόςδιάλογος μεταξύ του Κυρίου, των μαθητών και της Χαναναίας, για να διευκρινίσειο Χριστός: «Δεν είμαι σταλμένος παρά για τα χαμένα πρόβατα του ισραηλιτικούλαού». Και όμως η γυναίκα δεν χάνει την πίστη της. Πέφτει σταπόδια του Κυρίου και τον παρακαλεί: «Κύριε, βοήθει μοι». Αγαπά τόσο πολύ τονΧριστό που αισθάνεται τον εαυτό της να εξαφανίζεται. Είναι σ’ αυτές τιςπεριπτώσεις που αποκαλύπτεται η πιο αυθεντική κοινωνία αγάπης, στις κλείδες τηςοποίας εξαρθρώνονται όλοι οι μηχανισμοί που στήνει ο εγωισμός του ανθρώπου, οιοποίοι λειτουργούν διασπαστικά, διαιρετικά και διαβρωτικά στη ζωή του. Γι’ αυτόάλλωστε η γυναίκα δεν πειράχθηκε από τη διάκριση που φάνηκε να κάνει ο Κύριοςανάμεσα στους Ιουδαίους και τους εθνικούς.
ΟΚύριος απαντά μ’ ένα προφανώς «σκληρό λόγο». Στη βαθύτερη του όμως κατανόησηαποκαλύπτεται τόσο σωτήριος αλλά και τόσο ανυψωτικός για τη Χαναναία γυναίκα, ηοποία γεμάτη αγάπη και ταπεινοφροσύνη δεν στενοχωρήθηκε όταν άκουσε: «δεν είναισωστό να πάρω το ψωμί των παιδιών και να το ρίξω στα κυνάρια». Απάντησε μάλισταμε ένα εκπληκτικό τρόπο: «ναι Κύριε, μα και τα σκυλιά τρώγουν από τα ψίχουλαπου πέφτουν από το τραπέζι των αφεντικών τους». Αυτό που ζητεί είναι τα«ψίχουλα», δηλαδή όλα εκείνα που περιφρονούν και που θεωρούν ως άχρηστα οι άλλοι.
Αγαπητοίαδελφοί, η όλη στάση της Χαναναίας γυναίκας αποκαλύπτει ένα μεγαλείο πίστης καιζωής. Γι’ αυτό και ο Κύριος τη φανερώνει και τη βραβεύει μπροστά σε όλο τονκόσμο. Μπορούμε κι εμείς να μιμηθούμε το παράδειγμά της, το οποίο είναι και τοευλογημένο παράδειγμα που κατέλειπαν σ’ εμάς όλοι οι άγιοι της Εκκλησίας τουΧριστού, όπως είναι ο Ιγνάτιος ο Θεοφόρος και η μάρτυς Χρυσή, των οποίων τημνήμη τιμούμε σήμερα. Σ’ αυτή τη διάσταση μπορούμε κι εμείς εκ βάθους καρδίαςνα προφέρουμε το σωτήριο λόγο: «Ελέησόν με Κύριε».